201806.22
0

«Το λαθρεμπόριο … το νέο εμπόριο».

Είναι πολύ περισσότερο από ποτέ διαδεδομένη η λαθρεμπορία διαφόρων ειδών που υπάγονται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης (πετρέλαιο, αλκοόλη, βιομηχανοποιημένα καπνά- τσιγάρα). Τα πινάκια των ποινικών δικαστηρίων γεμίζουν με παραβάσεις (πλημμελήματα ή/ και κακουργήματα) λαθρεμπορίας. Σύμφωνα με τον ν. 2960/2001 “Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας, η ισχύς του οποίου άρχισε από 1-1-2002, λαθρεμπορία είναι : α) η εντός των συνόρων του κράτους εισαγωγή ή εξ αυτών εξαγωγή εμπορευμάτων υποκειμένων σε δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις που εισπράττονται στα Τελωνεία, χωρίς γραπτή αδεία της αρμοδίας τελωνειακής αρχής ή σε άλλον από τον ορισμένο παρ’ αυτής τόπο ή χρόνο και β) πάσα οιαδήποτε ενέργεια, που αποσκοπεί να στερήσει το Ελληνικό Δημόσιο ή την Ευρωπαϊκή Ένωση των υπ’ αυτών εισπρακτέων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων από τα εισαγόμενα ή τα εξαγόμενα εμπορεύματα και αν ακόμη αυτά εισπράχθηκαν κατά χρόνο και τρόπο διάφορο από εκείνο που ορίζει ο νόμος.Κατά το άρθρο 155 του ιδίου νόμου ως λαθρεμπορία, θεωρείται και η αγορά, πώληση και κατοχή εμπορευμάτων που έχουν εισαχθεί ή τεθεί στην κατανάλωση κατά τρόπο που συνιστά το αδίκημα της λαθρεμπορίας.
Υποκειμενικώς δε, για τη στοιχειοθέτηση στην περίπτωση αυτή του εγκλήματος της λαθρεμπορίας απαιτείται δόλος, που συνίσταται στην γνώση του υπαιτίου κατά τον κρίσιμο χρόνο ότι το εμπόρευμα, που αγόρασε, πώλησε ή κατέχει τυγχάνει προϊόν λαθρεμπορίας κατά την παραπάνω έννοια καθώς και στη θέληση αυτού να αποστερήσει το Ελληνικό Δημόσιο ή την Ευρωπαϊκή Ένωση από τον οφειλόμενο δασμό, τέλος ή δικαίωμα και λοιπές επιβαρύνσεις.
Επιπλέον, εκτός από κολάσιμη ποινικά πράξη, κατά τη διάταξη του άρθρου 118 παρ. 5 του ιδίου νόμου η με οποιονδήποτε τρόπο διαφυγή ή απόπειρα διαφυγής της καταβολής των οφειλομένων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων καθώς και η μη τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται από το τρίτο μέρος του ίδιου τελωνειακού κώδικα με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων, χαρακτηρίζονται και τιμωρούνται και διοικητικώς και επισύρουν την επιβολή προστίμων και τελών.
Η λαθρεμπορία στη βασική της μορφή τιμωρείται ως πλημμέλημα, με ελάχιστο όριο ποινής τους 6 μήνες φυλάκισης. Καίρια είναι η Έκθεση Δασμών και Φόρων που συντάσσει και αποστέλλει στο Δικαστήριο το τελωνείο, όπου υπολογίζεται η «ζημία» του Δημοσίου σύμφωνα με το λαθραίο εμπόρευμα που βρέθηκε και καταχέσθηκε. Ώστε, αν η λαθρεμπορία διαπράχθηκε καθ’ υποτροπήν, ή ενόπλως , ή εάν ο υπαίτιος μεταχειρίσθηκε ιδιαίτερα τεχνάσματα ή εάν οι δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις που στερήθηκε το Δημόσιο ή η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέρχονται στο ποσό των 30.000 ευρώ και άνω ως και τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που άρχεται από το ένα (1) έτος! Λαμβάνει όμως την μορφή του κακουργήματος και τιμωρείται με κάθειρξη, εάν οι δασμοί, φόροι και λοιπές επιβαρύνσεις που στερήθηκε το Δημόσιο ή η Ευρωπαϊκή Ένωση, υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ.
Αν πάλι το αντικείμενο της λαθρεμπορίας δεν έχει σημαντική αξία και προορίζεται για ατομική χρήση ή ανάλωση του υπαιτίου, επιβάλλεται το ελάχιστο της ποινής (6 μηνών) μειούμενο στο ένα έκτο.
Ειδικά, επί εισαγωγής λαθραίων καπνών, ενόψει του ότι ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), κατ’ άρθρο 111 ν. 2960/2001, επιβάλλεται και εισπράττεται κατά την παραλαβή των ενσήμων φορολογικών ταινιών για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που εισάγονται από τρίτες χώρες, πρέπει να διευκρινίζεται στη δικαστική απόφαση εάν η εισαγωγή των καπνών αυτών, έγινε από Χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ή από άλλη τρίτη χώρα καθώς στην μεν πρώτη περίπτωση εισαγωγής καπνών από Χώρα μέλος της Ε. Ε. ο εισαγωγέας και ο κάτοχος δεν διαπράττει λαθρεμπορία, αλλά απλή τελωνειακή παράβαση που επισύρει μόνον πρόστιμο και συνεπώς δεν είναι αξιόποινη η κατοχή των καπνών αυτών από τον κατηγορούμενο. Εάν δε εισήχθησαν από Χώρα μη μέλος της Ε. Ε., τότε και μόνον συνιστά λαθρεμπορία, αφού οφείλονται και εισπράττονται δασμοί και φόροι που στη συνέχεια αποδίδονται μετά την κατά τα άνω παρακράτηση ποσοστού 10%, κατά το οποίο και μόνον ποσοστό στερείται των δασμών το Ελληνικό Δημόσιο και όχι ολοκλήρου του αναλογούντος ως άνω ποσού. Ο καθορισμός δε του συγκεκριμένου ύψους των διαφυγόντων δασμών, στη δεύτερη περίπτωση, σε ποσοστό 10%, έχει άμεση επίπτωση τόσο για τον χαρακτηρισμό του ποσού ως ανώτερου των 30.000 ευρώ, που συνιστά επβαρυντική περίπτωση της λαθρεμπορίας όπως προανέφερα, ενόψει και των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 1β και 3 της αποφάσεως του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 24 Ιουνίου 1988, που εγκρίθηκε και κυρώθηκε με το άρθρο 37 του ν. 1828/1989.
Τέλος αυτό που αξίζει να επισημάνω είναι ότι πέραν των ποινικών κυρώσεων, επιβάλλονται και διοικητικές χρηματικές κυρώσεις- πολλαπλά τέλη , προβαλλόμενα ενώπιον των αρμοδίων Διοικητικών Δικαστηρίων. Δηλαδή για το ίδιο αδίκημα- παράνομη συμπεριφορά κάποιος δύναται να ‘’τιμωρηθεί’’ δύο φορές. Το ζήτημα αυτό έχει μείζονα σημασία αντιμετωπιζόμενο υπό το πρίσμα της βασικής αρχής “ne bis in idem”, δηλαδή «κανένας δεν μπορεί να διωχθεί η να καταδικαστεί ποινικά από τα δικαστήρια του ίδιου Κράτους για μια παράβαση για την οποία ήδη αθωώθηκε ή καταδικάστηκε αμετάκλητα με απόφαση». Το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) με πρόσφατες Αποφάσεις του, (1992/2016, 1993/2016, 2330/2016 ) φαίνεται να συμπορεύεται με Αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) πάνω στο θεμελιώδες αυτό νομικό ζήτημα.

Ελευσίνα, την 22.06.2018
Η συντάξασα Δικηγόρος
Δήμητρα Δημ. Κοκκινιώτη